Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2018

Η Θεία Κοινωνία είναι αληθινό σώμα και αίμα Χριστού

03 Νοεμβρίου
Αφηγήθηκαν κάποτε οι πατέρες για έναν αδελφό ότι «Όταν μια Κυριακή γινόταν ακολουθία ξεκίνησε να έλθει στην εκκλησία σύμφωνα με τη συνήθεια αλλά τον κορόιδεψε ο διάβολος λέγοντάς του: «Πηγαίνεις στην εκκλησία για να μεταλάβεις άρτο και οίνο και για να σου πούνε ότι αυτά είναι σώμα και αίμα Χριστού; Μην κοροϊδεύεσαι». Ο αδελφός υπάκουσε στον λογισμό του και δεν πήγε σύμφωνα με την συνήθεια στην εκκλησία, ενώ οι αδελφοί του τον περίμεναν· γιατί έτσι είναι η συνήθεια σε κείνη την έρημο, να μην τελούν την ακολουθία μέχρις ότου έλθουν όλοι. Αφού τον περίμεναν αρκετά και κείνος δεν ερχόταν, μερικοί απ’ αυτούς πήγαν στο κελλί του σκεπτόμενοι· «Μήπως είναι άρρωστος ή πέθανε ο αδελφός;».

Όταν ήλθαν στο κελλί τον ρωτούσαν· «Γιατί αδελφέ δεν ήλθες στην εκκλησία;». Αυτός ντρεπόταν να τους απαντήσει. Όταν όμως αντελήφθηκαν το φαύλο τέχνασμα του διαβόλου, οι αδελφοί τον υποχρέωσαν να τους ομολογήσει την επιβουλή του διαβόλου. Αυτός τους απάντησε· «Συγχωρήστε με, αδελφοί, γιατί ενώ ξεκινούσα όπως πάντα να έλθω στην εκκλησία ο λογισμός μου, μου λέγει ότι δεν είναι το σώμα και το αίμα του Χριστού αυτό που πας να μεταλάβεις, αλλ’ είναι απλώς άρτος και οίνος. Αν λοιπόν θέλετε να έλθω μαζί σας, διορθώστε μου τον λογισμό για τη θεία λειτουργία». Αυτοί του είπαν· «Σήκω, έλα μαζί μας και θα παρακαλέσουμε τον Θεό να σου δείξει ζωντανά την θεϊκή δύναμη». Αυτός πήγε στην εκκλησία και εκεί αφού ικέτευσαν πάρα πολύ τον Θεό για τον αδελφό, δηλαδή να του αποκαλυφθεί η δύναμη των μυστηρίων, άρχισαν αμέσως τη θεία λειτουργία, αφού τοποθέτησαν τον αδελφό στη μέση της εκκλησίας, ενώ αυτός ως την απόλυση δεν σταμάτησε να βρέχει με τα δάκρυά του το πρόσωπό του.

Μετά το τέλος της λειτουργίας παρακάλεσαν οι πατέρες τον αδελφό να τους απαντήσει· «Πές μας αν σου έδειξε κάτι ο Θεός για να ωφεληθούμε και μεις». Αυτός κλαίγοντας άρχισε να λέγει· «Όταν τελείωσε ο κανόνας της ψαλμωδίας και αναγνώσθηκε η διδαχή των αποστόλων και ετοιμάστηκε ο διάκονος να αναγνωρίσει το ευαγγέλιο, τότε είδα να ανοίγει η στέγη της εκκλησία και να φαίνεται ο ουρανός και κάθε λόγος του αγίου ευαγγελίου να γίνεται φωτιά μέχρι τον ουρανό.

Όταν τελείωσε η ανάγνωση του ευαγγελίου, ήλθαν οι κληρικοί από το διακονικό κρατώντας την μετάληψη των αγίων μυστηρίων. Τότε είδα να ανοίγουν οι ουρανοί και να κατεβαίνει φωτιά και μαζί της ένα πλήθος αγγέλων και αρχαγγέλων και πάνω απ’ αυτούς δύο πρόσωπα ενάρετα των οποίων την ομορφιά δεν μπορώ να περιγράψω – γιατί η φεγγοβολή τους ήταν σαν αστραπή – και ανάμεσα του υπήρχε ένα μικρό παιδί.

Τότε οι άγγελοι παρατάχθηκαν γύρω από την αγία Τράπεζα και το παιδί βρισκόταν ανάμεσά τους. Όταν τελείωσαν οι θεϊκές ευχές και άρχισαν οι κληρικοί να τεμαχίζουν τους άρτους της προθέσεως, είδα τα δύο πρόσωπα πάνω στην αγία Τράπεζα να κρατούν τα χέρια και τα πόδια του παιδιού, που ήταν πάνω στην αγία Τράπεζα, και με το μαχαίρι που κρατούσαν έσφαξαν το παιδί και άδειασαν το αίμα του στο Ποτήριο που βρισκόταν πάνω στην αγία Τράπεζα. Αφού έκοψαν σε μικρά τεμάχια το σώμα του παιδιού τα τοποθέτησαν πάνω από τους άρτους και έγιναν και οι άρτοι σώμα.

Τότε ήρθε στο μυαλό μου ο Απόστολος που λέει· Γιατί η δική μας γιορτή του Πάσχα συνίσταται στο γεγονός ότι ο Χριστός θυσιάστηκε για χάρη μας. Όταν όμως πλησίασαν οι αδελφοί να μεταλάβουν την αγία προσφορά, τους προσφέρονταν ζωντανό σώμα. Μόλις όμως χρησιμοποιούσαν την επίκληση αμήν γινότανε άρτος στα χέρια τους. Όταν όμως πήγα και ’γω να μεταλάβω μου δόθηκε σώμα και δεν μπορούσα να μεταλάβω. Τότε άκουσα μια φωνή στα αυτιά μου να μου λέει· Άνθρωπε γιατί δεν μεταλαβαίνεις, αυτό δεν είναι αυτό που ζήτησες; Τότε είπα· Λυπήσου με, Κύριε. Δεν μπορώ να μεταλάβω σώμα. Πάλι μου είπε· Αν μπορούσε ο άνθρωπος να μεταλάβει σώμα, σώμα θα υπήρχε όπως το βρήκες. Κανείς όμως δεν μπορεί να φάγει σώμα, γι’ αυτό όρισε ο Κύριος τους άρτους της προθέσεως. Γιατί όπως από την αρχή ο Αδάμ με τα χέρια του Θεού έγινε σάρκα και μετά της έδωσε πνεύμα ζωής ο Θεός, κατόπιν η σάρκα χωρίστηκε στη γή, το πνεύμα όμως εγκαθίσταται στην καρδιά. Αν λοιπόν πίστεψες, μετάλαβε αυτό που έχεις στο χέρι σου. Και μόλις είπα· Πιστεύω Κύριε, έγινε το σώμα που είχα στο χέρι μου άρτος.

Όταν προχώρησε η λειτουργία και ξαναγύρισαν οι κληρικοί είδα πάλι το μικρό παιδί ανάμεσα στα δύο πρόσωπα και ενώ οι κληρικοί συμμάζευαν τα δώρα, είδα πάλι τη στέγη να ανοίγει και οι θείες δυνάμεις να ανυψώνονται στον ουρανό».

Αυτά αφού άκουσαν οι αδελφοί και αφού ένιωσαν βαθιά κατάνυξη, αναχώρησαν στα κελλιά τους.


Πηγή: stilosorthodoxias.gr

Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2018

Με σήκωσε από τα χέρια η Παναγία!

11 Σεπτεμβρίου
Το καλοκαίρι του 2011, μεταξύ των ευλαβών προσκυνητών της Υπεραγίας Θεοτόκου στην Μονή ήταν και ένα ανδρόγυνο, αρκετά νέοι άνθρωποι.

Ο άνδρας είχε ταλαιπωρηθεί από σοβαρή ασθένεια και είχε φτάσει κοντά στο θάνατο.

Αφηγήθηκε τις εμπειρίες που είχε, ενώ βρισκόταν σε αφασία, προ του θανάτου:

«Είδα ότι βρισκόμουν σε ένα άγνωστο μέρος. Εκεί προ ενός μεγάλου τούνελ, είδα τον πατέρα μου, ο οποίος είχε πεθάνει προ αρκετών ετών. Τον κοίταξα, με κοίταξε και ένευσε αρνητικά το κεφάλι του, σαν να ήθελε να μου πει:
-Όχι, δεν θα έλθεις τώρα εδώ που είμαι εγώ.

Αμέσως μετά βρέθηκα σε έναν τεράστιο λάκκο βαθύ, που έμοιαζε σαν κρατήρας ηφαιστείου! Εκεί μέσα αγωνιούσα για το πώς θα βγω.
Τότε σήκωσα τα μάτια μου ψηλά κι επικαλέστηκα σε βοήθεια την Παναγία. Αμέσως Την είδα να έρχεται από πάνω μου, να με πιάνει από τους δύο βραχίονες, να με σηκώνει, να με βγάζει από τον λάκο αυτό, και να με ακουμπά επάνω σε μία πεδιάδα όμορφη με πράσινο χορτάρι σαν “γκαζόν”. Εκεί ένιωσα μια μεγάλη ανακούφιση και ευεξία. Είχα σωθεί!

Δεν ήταν όμως μόνο όνειρο. Ενώ οι γιατροί δεν περίμεναν καμιά καλυτέρευση, εγώ συνήλθα και παρουσίασα μια ανεξήγητη βελτίωση της υγείας μου. Σε λίγο καιρό βγήκα από το νοσοκομείο.

Η Κυρία Θεοτόκος με την δύναμη του Υιού Της με έσωσε!»


(Από το βιβλίο, «Παρηγοριά της Θεϊκής αγάπης», της Ιεράς Μονής Βαρνάκοβας, Δωρίδα 2012, σελ. 48-49).


Πηγή: vimaorthodoxias.gr

Ο Αγιος Χαράλαμπος θεραπεύει τον Γέροντα Ιάκωβο Τσαλίκη

11 Σεπτεμβρίου
Κάποτε, διηγείτο ο Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης, «όταν ήμουν μικρό παιδί, έπαθα τέτοιο σοβαρό κρυολόγημα, που έπεσα στο κρεβάτι με μεγάλη δύσπνοια και φοβερό πόνο στην αριστερή πλευρή του θώρακα. Γιατρός στο χωριό δεν υπήρχε και η μόνη καταφυγή μας ο Θεός και οι Άγιοι Του.

Είχαμε στο σπίτι μας μια μικρή ασημένια εικόνα του Αγίου Χαραλάμπη, θαυματουργή, έως εξακοσίων ετών, που τη φέραμε από τη Μικρά Ασία πατρογονικό κειμήλιο.

Η μητέρα μου λοιπόν, έκανε πολλή προσευχή και μετάνοιες παρακαλώντας τον Άγιο. Τότε βλέπω ένα χέρι Ιερέως από τον καρπό και κάτω, να περνάει πάνω από το κεφάλι μου, να κατεβαίνει στο στήθος μου στο σημείο που πονούσα, όπου με σταύρωσε και με χάιδεψε. Αμέσως πέρασε ο πόνος και η δύσπνοια και έγινα καλά. Λέω τότε στη μητέρα μου:

– Μητέρα, είδα ένα χέρι Ιερέως που με σταύρωσε και με χάιδεψε και είμαι καλά. Όλα πέρασαν. Μάλιστα της είπα, ότι το χέρι ήταν τριχωτό στο καρπό, με τόση λεπτομέρεια το είδα.


– Παιδί μου, μου είπε η μητέρα μου, ήταν ο Άγιος Χαράλαμπος που ήρθε και σε θεράπευσε. Τη σημερινή ημέρα να την τιμάς πάντοτε -ήταν του Αγίου Αποστόλου Θωμά, όταν έγινε το θαύμα- γιατί ήσουν νεκρός και αναστήθηκες».


Πηγή: vimaorthodoxias.gr

Η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού

11 Σεπτεμβρίου
ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ: Η εορτή της Παγκόσμιας Ύψωσης καθιερώθηκε ίσως από τον ίδιο τον Μέγα Κωνσταντίνο, κατά προτροπή προφανώς της μητέρας του αγίας Ελένης, αμέσως μετά την εύρεση του Τιμίου Ξύλου στα Ιεροσόλυμα, γύρω στο 330.

Η τιμή προς τον Τίμιο Σταυρό ανάγεται στους αποστολικούς χρόνους.
Στις 14 Σεπτεμβρίου σύμπασα η Ορθοδοξία τιμά τον Σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως το «καύχημά» Της και η «δόξα» Της. Η εορτή της Παγκόσμιας Ύψωσης καθιερώθηκε ίσως από τον ίδιο τον Μέγα Κωνσταντίνο, κατά προτροπή προφανώς της μητέρας του αγίας Ελένης, αμέσως μετά την εύρεση του Τιμίου Ξύλου στα Ιεροσόλυμα, γύρω στο 330.

Η τιμή προς τον Τίμιο Σταυρό ανάγεται στους αποστολικούς χρόνους. Οι επιστολές του αποστόλου Παύλου είναι γεμάτες από χωρία στα οποία εξαίρεται ο ρόλος του Σταυρού για τη σωτηρία του κόσμου.

Το γεγονός ότι οι κατακόμβες είναι γεμάτες από χαραγμένους σταυρούς αποδεικνύει ότι οι διωκόμενοι χριστιανοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους τύπους του αδίκως παθόντος Κυρίου Ιησού Χριστού. Το ιερό αυτό σύμβολο τους εμψύχωνε και τους έδινε τη δύναμη του μαρτυρίου.

Η θαυματοποιός δύναμη του Σταυρού

Η δύναμη του Τιμίου Σταυρού φάνηκε στο θαυμαστό όραμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, στα 312, ενώ βάδιζε εναντίον του Μαξεντίου κοντά στη Ρώμη. Οι ιστορικοί της εποχής αναφέρουν ότι ο αυτοκράτορας είδε στον ουρανό, ημέρα μεσημέρι, το σημείο του σταυρού, σχηματισμένο με αστέρια, και την επιγραφή «ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ», επίσης σχηματισμένη με αστέρια.

Ήταν η 28η Οκτωβρίου 312. Από εκείνη την ώρα έδωσε διαταγή το σημείο αυτό να γίνει το σύμβολο του στρατού του. Ο εχθρός κατατροπώθηκε και ο Κωνσταντίνος έγινε μονοκράτωρ του απέραντου κράτους. Δεν είχε καμιά αμφιβολία ότι η δύναμη του Σταυρού του είχε χαρίσει αυτή την περήφανη νίκη, γι’ αυτό προσέγγισε τον χριστιανισμό.

Η εύρεση του Τιμίου Σταυρού

Το 326 αναχώρησε για τους Αγίους Τόπους η ευσεβής χριστιανή μητέρα του αγία Ελένη, όπου άρχισε το κτίσιμο λαμπρών ναών. Επίκεντρο ήταν ο Πανάγιος Τάφος του Κυρίου.

Στο σημείο εκείνο ο αυτοκράτορας Αδριανός είχε κτίσει το 135, κατά τη δεύτερη καταστροφή της Ιερουσαλήμ, ναό της Αφροδίτης. Η αγία Ελένη επιδόθηκε σε προσπάθειες για την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού. Ύστερα από επίπονες ανασκαφές τελικά βρέθηκαν τρεις σταυροί, του Κυρίου και των δύο ληστών.

Η πιστή βασιλομήτωρ, με δάκρυα στα μάτια παρέδωσε τον Τίμιο Σταυρό στον Πατριάρχη Μακάριο, ο οποίος στις 14 Σεπτεμβρίου του έτους 335 τον ύψωσε στον Γολγοθά και τον τοποθέτησε στον ναό της Αναστάσεως, τον οποίο είχε ανεγείρει η αγία πάνω από τον Πανάγιο Τάφο και ο οποίος σώζεται ως σήμερα.

Η επανάκτηση του Τιμίου Σταυρού

Την αγία αυτή ημέρα εορτάζουμε και την δεύτερη ύψωση. Στα 613 οι Πέρσες κυρίεψαν την Παλαιστίνη, λεηλάτησαν και κατέστρεψαν τα ιερά προσκυνήματα και πήραν ως λάφυρο τον Τίμιο Σταυρό και τον μετέφεραν στη χώρα τους.

Λόγω των θαυμάτων που επιτελούνταν χάρη στον Τίμιο Σταυρό οι Πέρσες τον θεώρησαν μαγικό και γι’ αυτό τον φύλασσαν και τον προσκυνούσαν, χωρίς να γνωρίζουν την πραγματική του φύση και ιδιότητα!

Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος μετά την νίκη του εναντίον των Περσών παρέλαβε τον Τίμιο Σταυρό και τον μετέφερε στην Ιερουσαλήμ. Ο Πατριάρχης Ζαχαρίας τον ύψωσε εκ νέου στο ναό της Αναστάσεως. Ήταν 14 Σεπτεμβρίου του 626.

Η εκκλησία των Ιεροσολύμων θεώρησε ότι ο Σταυρός του Χριστού ανήκει σε όλη την χριστιανοσύνη και γι’ αυτό αποφάσισε να τεμαχίσει το Τίμιο Ξύλο και να το διανείμει σε όλη την Εκκλησία.


Έτσι διασώθηκαν μέχρι σήμερα πολλά τεμάχια, τα οποία φυλάσσονται ως τα πολυτιμότερα κειμήλια.


Πηγή:

Αγιος Γέροντας Πορφύριος: «Να προσέχετε σε τι πνευματικούς πηγαίνετε»

Ένας αδελφός μού είπε: Πήγε μια φορά ή σύζυγος μου, όταν εργαζόμουν στην επαρχία, σε έναν πάρα πολύ αυστηρό πνευματικό και όταν του είπε μια αδυναμία της πού θα την επαναλάμβανε, την αποπήρε, τη φοβέρισε και από τότε έκανε πολύ καιρό να ξαναπάει να εξομολογηθεί.

«Είδες, του είπε ό Παππούλης, τι κάνει ή πολλή αυστηρότητα; Γι’ αυτό σας λέω να προσέχετε σε τι πνευματικούς πηγαίνετε για να εξομολογείσθε, και συ και ή γυναίκα σου και τα παιδιά σου, και προ πάντων να είστε τότε ειλικρινείς σʹ αυτά πού λέτε, γιατί έτσι ο Θεός τα συγχωρεί όλα και ανεβαίνετε πνευματικά».

Μερικοί πνευματικοί διαπράττουν έγκλημα

Κοίταξε, παιδί μου! Ό Θεός μας, προκειμένου να διαπαιδαγωγήσει τα παιδιά του, πού τον πιστεύουν, τον αγαπούν και τον λατρεύουν, χρησιμοποιεί διάφορους τρόπους, μεθόδους και σχέδια. Μέσα στα σχέδια του Θεού μας είναι και ή επιβολή κανόνων, οι όποιοι αποσκοπούν, πάντα, στη σωτηρία τής ψυχής μας. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση τη δική σου. Εμείς δεν μπορούμε να αλλάξουμε ή να διαγράψουμε τα σχέδια ιού Θεού.

Πολύ περισσότερο δεν μπορούμε να του το επιβάλλουμε. Μπορούμε, όμως, να τον παρακαλέσουμε και να τον ικετεύσουμε, και Εκείνος, σαν φιλάνθρωπος πού είναι, μπορεί να εισακούσει τις προσευχές μας και να συντμήσει το χρόνο ή ακόμη και να τον διαγράψει. Και το ένα και το άλλο, στο χέρι του είναι. Εμείς θα το ζητήσουμε. Και Εκείνος θα το εγκρίνει.

Ύστερα, οι κανόνες αυτοί δεν έχουν το χαρακτήρα τής εκδικήσεως ή τής τιμωρίας, αλλά τής διαπαιδαγωγήσεως, και δεν έχουν καμιά σχέση με αυτούς πού επιβάλλονται από ορισμένους πνευματικούς κατά την εξομολόγηση, και οι οποίοι, είτε από υπερβάλλοντα ζήλο, είτε από άγνοια, εξαντλούν τα όρια τής τιμωρίας, χωρίς να αντιλαμβάνονται, ότι με τον τρόπο αυτό, αντί να κάνουν καλό, διαπράττουν έγκλημα. Εγώ, πάντα τους φωνάζω και τους συμβουλεύω:Όχι μεγάλες τιμωρίες. Άλλα σωστές συμβουλές. Γιατί, οι μεγάλες τιμωρίες, τροφοδοτούν τον άλλο (το διάβολο) με πλούσια πελατεία. Και αυτός, αυτό περιμένει. Αυτό καραδοκεί, και έχει πάντα ανοιχτές τις αγκάλες του για να τους δεχτεί! Και τους τάζει, μάλιστα, λαγούς με πετραχήλια…

Γι’ αυτό, απαιτείται μεγάλη προσοχή στην επιλογή του πνευματικού. Όπως αναζητάτε τον καλύτερο γιατρό, το ίδιο να κάνετε και για τον πνευματικό. Και οι δύο γιατροί είναι. Ό ένας του σώματος και ό άλλος τής ψυχής!

Πρόσεχε τι λες στους πνευματικούς

«Πρόσεχε τι λες στους πνευματικούς πού εξομολογείσαι. Γιατί δεν τα ξέρουν όλα. Πρέπει να είναι οι πνευματικοί πολύ σοφοί, διακριτικοί, και έμπειροι. Να έχουν πνεύμα Θεού, για να μπορούν να σου λύνουν τα διάφορα προβλήματα σου».


Εδώ θα πρέπει να διευκρινισθεί, ότι δεν εννοούσε για τα απλά και καθημερινά αμαρτήματα πού κάνουμε όλοι μας, αλλά για τις βαθύτερες έννοιες, όπως νοεράς προσευχής, προσβολών πονηρού κ.ά.


Πηγή: vimaorthodoxias.gr

«Παναγία μου, από τότε που ήρθα στο Άγιον Όρος, εσένα έχω μητέρα μου»

11 Σεπτεμβρίου
Ως γνήσιος Αγιορείτης αγαπούσε υπέρμετρα την Παναγία. Όταν ήταν αρχάριος μοναχός επεθύμησε να δει τη μητέρα του, η καρδιά του τού έλεγε: «Να δω τη μητέρα μου και ας πεθάνω». Ανέβηκε στην εκκλησία, στάθηκε απέναντι στην Παναγία του τέμπλου, την Κυρία των Αγγέλων, και είπε: «Παναγία μου, από τότε που ήρθα στο Άγιον Όρος, εσένα έχω μητέρα μου».

Τότε έφυγε από την καρδιά του κάθε λογισμός που τον ενοχλούσε μέχρι τότε. Μια άλλη φορά που πονούσε αφόρητα από παροξυσμό του εκζέματος, πήγε στην Παναγία και με απλότητα παιδιού αλλά και παρρησία αγίου της φώναξε δυνατά: «Παναγία μου, τώρα θέλω τον λόγο σου. Τίποτε λιγότερο. Εσύ δεν είπες πως θα είσαι η νοικοκυρά, η οικονόμος και η γιάτρισσά μας; Δεν είπες πως θα μας γιατρεύεις; Να λοιπόν η αρρώστια μου, δος μου τον λόγο ότι θα με γιατρέψεις. Κάνε με καλά, δεν μπορώ πια». Τότε αναλύθηκε σε κλάματα. Όταν έφτασε στο Κελλί του, το έκζεμα είχε φύγει, φώναξε και τους άλλους πατέρες να δουν την θαυματουργική θεραπεία του[3].

Βέβαια το έκζεμα και τα κάθε είδους εκζέματα, δηλαδή οι πειρασμοί, επανήλθαν ξανά και ξανά, αλλά ο μακάριος Γέροντας ήξερε πώς να τα αντιμετωπίζει. Γιατί εκτός από άνθρωπος υπομονής ήταν και άνθρωπος προσευχής. Εκεί εύρισκε σίγουρο αγκυροβόλι στις κάθε είδους δοκιμασίες. Είχε τη μεγάλη εύνοια και ευλογία του Θεού να γνωρίσει και να συνδεθεί από τα πρώτα κιόλας χρόνια της μοναστικής του ζωής με μια μεγάλη μορφή του αγιορείτικου μοναχισμού του εικοστού αιώνα, τον Γέροντα Ιωσήφ τον Σπηλαιώτη.

Ανέβαινε στην αρχή με τον Γέροντά του, τον παπα-Νικηφόρο, στο καλυβάκι του Γενεθλίου του Τιμίου Προδρόμου της Σκήτης του Αγίου Βασιλείου, όπου εκείνος διέμενε. Αργότερα τέσσερις φορές περίπου κάθε εβδομάδα γύρω στα μεσάνυχτα έβαζε στη ζώνη του το λαδοφάναρο και με το μπαστούνι του στο δεξί και με το κομποσχοίνι στο αριστερό χέρι, ανηφόριζε για τον Άγιο Βασίλειο, για να λειτουργήσει στο καλυβάκι του Ησυχαστή. Εκεί έμαθε για την μονολόγιστη ευχή των ησυχαστών, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Εκεί είχε δεχθεί τις πρώτες επισκέψεις της Χάριτος του Θεού και εκεί εύρισκε απαντοχή στις δοκιμασίες του.

Όταν λειτουργούσε του αποκαλυπτόταν «ο των αρρήτων και αθεάτων μυστηρίων Θεός παρ’ ω οι θησαυροί της Σοφίας και της γνώσεως οι απόκρυφοι»[4]. Όποιος έτυχε να βρεθεί στο παρεκκλήσιο της Καλύβης του και τον είδε λειτουργούντα, είναι αδύνατον να μην εντυπωσιάστηκε από την εσωτερική και εξωτερική ησυχία, από το ρυθμό της ιερουργίας, από το άπλαστο ύφος και τη φυσικότητα των κινήσεων, από την ανεπιτήδευτη στάση, αλλά και τη γνησιότητα της μετοχής του στα τελούμενα. Η τέλεση της Θείας Λειτουργίας, μαρτυρούσε όλη την αλήθεια της προσευχής.

Σε όλη τη ζωή του κουβαλούσε αυτή την αλήθεια, γιατί και οι ώρες του εργόχειρου – σκάλιζε κυρίως σφραγίδες για τα πρόσφορα ή είχε συχνά ενασχόληση με επισκευές του Κελλιού του – ήταν και αυτές ώρες προσευχής. Αυτή η στάση προσευχής ολόκληρης της ζωής, έκανε τα απροσπέλαστα ψηλαφητά και τα μέλλοντα παρόντα. Αυτή μπορούσε να εναρμονίζει την απλότητα με την επισημότητα και τη μεγαλοπρέπεια με την ιεροπρέπεια. Αυτή είχε τη δύναμη να ενώνει τα θεία με τα ανθρώπινα και τη θριαμβεύουσα με τη στρατευομένη Εκκλησία. Στις ώρες της προσευχής και των ιερών Ακολουθιών, τον διέκρινε τόσο η υπακοή τού χαρισματούχου υποτακτικού, που τον έκανε να τηρεί με ακρίβεια το ησυχαστικό πρόγραμμα της προσευχής, αλλά και την τάξη των αγιορείτικων Ακολουθιών, όσο επίσης τον διέκρινε η ελευθερία του αγιασμένου Γέροντα, που του έδινε την παρρησία να απευθύνεται στις κατ’ ιδίαν προς τον Κύριον εντεύξεις του με τη ζέση και την απλότητα ακόμη και των αυτοσχέδιων προσευχών.

Ο παπα-Εφραίμ μιλούσε πιο πολύ στον Θεό και λιγότερο στους ανθρώπους. Μιλούσε περισσότερο με τους αλάλητους στεναγμούς και τα δάκρυα των προσευχών του -του είχε δοθεί απλόχερα το χάρισμα αυτό των δακρύων- παρά με το στόμα και τη διδασκαλία του. «Ταις των δακρύων σου ροαίς της ερήμου το άγονον εγεώργησας και τοις εκ βάθους στεναγμοίς εις εκατόν τους πόνους εκαρποφόρησας». Θα μπορούσε να πει μαζί με τον Δαυίδ: «εγεννήθη τα δάκρυά μου εμοί άρτος ημέρας και νυκτός»(Ψαλμ. 41,3). Με τα δάκρυά του θα μπορούσαν να γραφτούν περισσότερα βιβλία ίσως, από όσα εκείνος είχε δια-βάσει κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής του.

Το σώμα του ενταφιάστηκε για να ξεκουραστεί από τους κόπους αυτής της ζωής στην αυλή της Καλύβης του στα Κατουνάκια. Μετά από λίγα χρόνια έγινε και η Ανακομιδή των Αγίων Λειψάνων του. Όμως η ψυχή του με μεγαλύτερη παρρησία συνεχίζει την ιερουργία στον θρόνο του Αρνίου, μνημονεύοντας εκεί περισσότερα ονόματα από εκείνα που διάβαζε στην Προσκομιδή τού παρεκκλησίου του Αγίου Εφραίμ. Στήριξε μαζί με τον Όσιο Αντώνιο και όλους τους Αγίους, «στήριξε την οικουμένην ευχαίς του»[5]. Αποτελεί μεγάλη ελπίδα και για όλους μας. Σας ευχαριστώ.



Πηγή: vimaorthodoxias.gr

Ξέρεις παιδί μου γιατί τελείται Αγιασμός την πρώτη μέρα του σχολείου σου;

11 Σεπτεμβρίου
Ξέρεις παιδί μου γιατί τελείται Αγιασμός την πρώτη μέρα του σχολείου σου; 

Επειδή κάθε αρχή που κάνουμε, καλό είναι να ξεκινάει με την ευλογία του Θεού. Το σχολείο σου καλεί τον ιερέα της πλησιέστερης ενορίας, έτσι ώστε με τις ευχές που θα διαβάσει, να αγιαστεί το νερό. Γνωρίζεις ότι το νερό αυτό με τη δύναμη του Θεού δε θα χαλάσει ποτέ; Να και μια ακόμη απόδειξη της ύπαρξης Του.

Όταν λοιπόν ραντίσει ο ιερέας με το βασιλικό και το Σταυρό τους καλούς μας εκπαιδευτικούς, εσάς τα παιδιά και μέρος από το σχολείο σας, τότε η χάρη του Θεού μας αγιάζει και μας προστατεύει. Το πώς λειτουργεί αυτή η αγιαστική δύναμη, παραμένει μυστήριο. Στον καθένα δρα διαφορετικά, επειδή έτσι κρίνει ο Θεός για το συμφέρον μας. Βέβαια ο ιερέας ζητά από τον Θεό συγκεκριμένα πράγματα, όπως το να φωτίζει και να προστατεύει τους εκπαιδευτικούς και τα παιδιά.

Αυτή η μέρα όμως μπορεί να αποκτήσει μια άλλη δυναμική αν εμείς την αξιοποιήσουμε κατάλληλα.

1ον Αν προσευχηθούμε μυστικά κι από μέσα μας να ευλογήσει ο Θεός τη σχολική χρονιά.

2ον Αν προσπαθήσουμε να μην κάνουμε αμαρτίες κατά τη διάρκεια της χρονιάς και

3ον Αν επικοινωνούμε συχνά με τον Θεό μέσω της προσευχής.

Η σχέση μας με τον Θεό βασίζεται στην ελευθερία. Εκείνος μας αγαπά και περιμένει την ευκαιρία να έρθουμε σε επαφή μαζί Του για να αναπτύξουμε μια όμορφη σχέση μεταξύ Πατέρα και παιδιού.

Ας αρπάξουμε λοιπόν αυτήν την ευκαιρία του σχολικού αγιασμού και σίγουρα δεν έχουμε να χάσουμε κάτι, απεναντίας… θα κερδίσουμε πολλά!


Καλή κι ευλογημένη σχολική χρονιά παιδιά μου!

Του Πρωτοπρ. Γεωργίου Χριστοδούλου


Πηγή: vimaorthodoxias.gr

Αποφασίσθηκε η Αγιοκατάταξη του Γέροντος Ιακώβου Τσαλίκη

11 Σεπτεμβρίου
Οικουμενικό Πατριαρχείο: Η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που συνεδριάζει στο Φανάρι υπό την προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου, αποφάσισε πριν από λίγο – σήμερα Δευτέρα 27 Νοεμβρίου 2017 – την αγιοκατάταξη του Γέροντος Ιακώβου Τσαλίκη της Μονής Οσίου Δαυΐδ στην Εύβοια (1920-1991).

Ποιος ήταν ο Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης

Ο Γέρο-Ιάκωβος εγεννήθη το 1920 στα ματωμένα χώματα της Μικράς Ασίας, εις το Λιβίσι της Μάκρης, απέναντι από τη γειτονική μας νήσο Ρόδο-Καστελλόριζο.

Ένεκεν αυτής της γειτονίας, ένιωθε πάντοτε μια ιδιαίτερη αγάπη για την Κύπρο. Η μάνα του Θεοδώρα, όταν ήθελε να παρακαλέσει την Παναγία, εγύριζε κατά τα βουνά του Κύκκου και φώναζε: «Παναγία του Κύκκου μου. Φύλαγε τα παιδιά του κόσμου και τα δικά μου». Αυτή τη σχέση της μάνας του με την Παναγία του Κύκκου, με την Κύπρο, θα την κληρονομήσει ο Γέροντας μαζί με όλη τη μικρασιατική παράδοση και θα τη μεταφέρει πρόσφυγας το 1922 στη βόρεια Εύβοια.

Όταν τα καράβια της προσφυγιάς έφτασαν το 1922 στον Πειραιά, με τους πονεμένους πρόσφυγες να παρηγορούνται με τη σκέψη ότι θα τους αγκάλιαζε η μητέρα Ελλάδα, τότε άκουσαν τους ανθρώπους του λιμανιού να βρίζουν τον Χριστό και την Παναγία: «Για τους δικούς μας ανθρώπους», έλεγε ο Γέροντας, «ήταν πρωτάκουστα ακούσματα, και όλοι φωνάξαμε·‘‘παρά να βρίζουν τον Χριστό και την Παναγία μας, καλύτερα πίσω στους Τούρκους’’». Οι κυνηγημένοι πρόσφυγες ήταν φορείς μιας άλλης παράδοσης, αυστηρής, καλογερικής. Και ο Γέροντας ένιωθε πάντοτε, ότι ήταν απόγονος αγίων ανδρών, αφού άκουε από τη μάνα του ότι καταγόταν από εφτά γενεές ιερέων. Ένας από αυτούς ήτο ασκητής στα Ιεροσόλυμα, την ίδια δε τη μάνα του Θεοδώρα ο π. Ιάκωβος τη χαρακτήριζε ως ασκήτρια. Είχε τόση αρετή η ευλογημένη αυτή γυναίκα, που προείδε τον θάνατό της πολλές μέρες πριν και τον ανακοίνωσε στα παιδιά της, για να τα προετοιμάσει.

Την προσφυγική οικογένεια του Τσαλίκη τη δέχτηκαν τα φιλόξενα χώματα της βορείου Ευβοίας, συγκεκριμένα το χωριό Φαράκλα. Εκεί έμαθε τα πρώτα γράμματα στο δημοτικό σχολείο του χωριού, τα οποία ήσαν και τα τελευταία. Δεν συνέχισε ο Γέροντας στο γυμνάσιο. Ο πατέρας του, ένεκεν της φτώχειας, που είχαν τότε, τον έβγαλε από το σχολείο και τον έπαιρνε μαζί του στα κτίσματα, για να τον βοηθά.

Ο Γέροντας Ιάκωβος και η αγία Παρασκευή

Τα βράδια, όταν όλοι κοιμόντουσαν στο σπίτι, έβγαινε κρυφά και πήγαινε σε ένα ξωκκλήσι του χωριού, για να προσευχηθεί, στην Αγία Παρασκευή. Εκεί έκανε πολλές μετάνοιες, όπως τον συνήθισε η μάνα του Θεοδώρα, και προσευχόταν για ώρες πολλές. Μετά γύριζε στο σπίτι, χωρίς να καταλαβαίνει κανείς τίποτα.

Ένα βράδυ εκεί στο ξωκκλήσι, που γονατιστός ο μικρός Ιάκωβος προσευχόταν, είδε μια σκιά μέσα στο ιερό. Αυτός φοβήθηκε και το πρωί το είπε στη μάνα του. Η διακριτική κυρία Δωρούλα του λέει: «Μη φοβάσαι, Ιακωβάκο μου, το ράσο του παπά θα είναι και το φεγγάρι του κάνει σκιά.» Έτσι διασκέδασε το λογισμό του Ιακωβάκου της.Το βράδυ πήγε πάλι ο μικρός Ιάκωβος στο ξωκκλήσι για τον κανόνα του. Όταν τέλειωσε και εξερχόταν από το ταπεινό ξωκκλήσι, είδε κάτω από ένα μεγάλο δένδρο μια ψηλή μαυροφορεμένη γυναίκα να του κάνει νόημα να την πλησιάσει.

Πήγε κοντά της και τον ρωτά:

«Τι θέλεις, Ιάκωβέ μου, να σου χαρίσω για τις τόσες προσευχές, που κάνεις στο σπίτι μου;»

«Ποια είσαι εσύ, καλή μου κυρία;»

«Εγώ είμαι η αγία Παρασκευή και ό,τι μου ζητήσεις θα στο δώσω.»

«Εγώ είμαι μικρός και δεν ξέρω τι θέλω, θα ρωτήσω όμως τη μάνα μου και ό,τι μου πει θα στο ζητήσω.»

Το πρωί λέει στην ευλογημένη μάνα: «Μάνα, ψες έξω από το ξωκκλήσι είδα την αγία Παρασκευή και μου είπε, ό,τι της ζητήσω θα μου το δώσει. Τι να της ζητήσω, μάνα;» Άνοιξε τότε η μάνα τα δυο της χέρια διάπλατα, σαν να ’θελε να χωρέσουν όλον τον ουρανό, και έκραξε φωνή μεγάλη: «Την τύχη μου, αγία Παρασκευή, να μου δώσεις, την τύχη μου.»

Την επομένη ο μικρός Ιάκωβος επανέλαβε, σαν γνήσιος υποτακτικός, τα λόγια της γερόντισσάς του στην αγία. Η αγία Παρασκευή, στην απλοϊκή απάντηση της μάνας Θεοδώρας απάντησε προφητικά: «Θα σου δώσω εγώ τύχη, να τη ζηλέψουν πολλοί.»

Έλεγε αργότερα σ’ εμάς ο Γέροντας: «Και μήπως ψέματα μου είπε, παιδάκι μου, η αγία Παρασκευή; Μικρή τύχη μου έδωκε; Με έκαμε ιερέα των μυστηρίων του Θεού!» Και θυμόταν και μας διηγιόταν με το ιδιαίτερο γεροντικό του χιούμορ. «Όταν λειτουργούσε ο παπάς του χωριού, την ώρα, που οι ψάλτες έψαλλαν, ‘‘Οι τα Χερουβείμ μυστικώς εικονίζοντες’’, εγώ άκουα φτερουγίσματα γύρω από την Αγία Τράπεζα. Ο παπάς ενόμιζα ότι δεν έχει σώμα. Είναι άγγελος. Έλεγα έχει δυο κόκαλα στους ώμους, σαν κρεμάστρα, και κρέμονται τα ράσα απ’ εκεί.»

Έτσι έβλεπαν την ιερωσύνη τα παιδικά μάτια της ψυχής του, και έτσι στ’ αλήθεια τα θεία πράγματα είναι. Έβλεπε τον παπά, σαν επίγειο άγγελο, που λειτουργεί με τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ. Από μικρός απόκτησε χερουβικούς οφθαλμούς, να θεωρεί τα επουράνια μυστήρια.

Όταν μια μέρα ο παπάς του χωριού τον πήρε μαζί του στα μελίσσια, που είχε στο δάσος, κάπου πιάστηκαν τα ράσα του παπά και φάνηκε το παντελόνι από κάτω από το αντερί. Τότε για πρώτη φορά άρχισε να υποψιάζεται ότι και ο παπάς είναι άνθρωπος, «σάρκα φορών και τον κόσμο οικών».

Στο χωριό γιατρός τα χρόνια εκείνα δεν υπήρχε. Υπήρχε όμως ο πατήρ Ιάκωβος. Από τον καιρό, που ήτο δεκαπενταετής, όλοι οι κάτοικοι του χωριού έβλεπαν ότι ο Ιάκωβος του Τσαλίκη ήταν άνθρωπος του Θεού, σκεύος εκλογής, γι’ αυτό και τον φώναζαν, πάτερ Ιάκωβε. Όποιος αρρώσταινε, καλούσαν τον πατέρα Ιάκωβο, του διάβαζε μια ευχή και γινόταν καλά. Πολλές γυναίκες, που είχαν δυσκολίες στη γέννα, καλούσαν τον πατέρα Ιάκωβο να κάνει προσευχή, και αυτές αμέσως γεννούσαν. 

Έτσι μια μέρα ο παπάς του χωριού κάλεσε τον πατέρα Ιάκωβο, που ήτο τότε δώδεκα ή δεκατριών ετών, να διαβάσει την ετοιμόγεννη παπαδιά. «Επήρα και εγώ μια παλαιά εκκλησιαστική φυλλάδα προσευχών, που είχα, και με μεγάλη ντροπή γονάτισα σε μια γωνιά και έκανα την προσευχή για την παπαδιά.» Μόλις βγήκε ο Ιάκωβος από την πόρτα, η παπαδιὰ γέννησε το Βαγγελάκη.

Η μάνα του Γέροντα, Θεοδώρα

Η μητέρα του Θεοδώρα «διετήρει πάντα τα ρήματα ταύτα εν τη καρδία αυτής», και βλέποντας αυτά τα σημεία στον Ιάκωβό της, αντελήφθη ότι το παιδί αυτό έχει ιερά αποστολή να επιτελέσει. Η μάνα του Γέροντα δεν ήτο μια οποιαδήποτε συνηθισμένη γυναίκα του λαού. Ο ίδιος ο Γέροντας την αποκαλούσε ασκήτρια. Περνούσε τη ζωή της με υπομονή στις θλίψεις, συνεχή νηστεία, αδιάλειπτη προσευχή, χαμαικοιτία. Μικρασιάτισσα. Γυναίκα της Ανατολής. Για τον π. Ιάκωβο ήτο η Γερόντισσά του, κι υποτασσόταν σ’ αυτή μέχρι την κοίμησή της. Μια μέρα βροχερή της είπε: «Μάνα πάλι βρέχει!» Και η αυστηρή Γερόντισσα του απάντησε επιτιμητικά: «Παιδί μου, Θεός είναι, ό,τι θέλει κάνει.»

Η μάνα Θεοδώρα προείδε το θάνατό της πολλές μέρες πριν και προετοίμασε τα παιδιά της, για να μη λυπηθούν υπερβαλλόντως. Παρ’ όλα αυτά, ο ευαίσθητος π. Ιάκωβος κόντεψε να ξεψυχήσει και αυτός πάνω στον τάφο της αγίας μητέρας του. Ένεκεν αυτής του της στάσεως στον θάνατο της μάνας του, πάντα μας τόνιζε να είμεθα εγκρατείς στις θλίψεις και ότι η υπερβολική στενοχωρία ή λύπη είναι αμαρτία.

Το 1952, αφού υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία, ο Γέροντας πήγε στο μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ, όπου έμεινε επί τριάντα εννέα έτη, δηλαδή μέχρι της κοιμήσεώς του.Είχε ήδη περάσει το τριακοστό έτος της ηλικίας ο Γέροντας, όταν έφτασε στο μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ. Εδώ έμελλε να επιτελέσει την ιερά αποστολή του, κατά τα προφητικά λόγια της μάνας Θεοδώρας.

Στην είσοδο της μονής τον περίμενε ο ίδιος ο όσιος Δαβίδ. Όπως η αγία Παρασκευή υποσχέθηκε στο μικρό Ιακωβάκο μία ουράνια τύχη, έτσι και τώρα ο μέγας Γέροντας Δαβίδ υποδεχόταν τον αρτιγέννητο Γέρο-Ιάκωβο με την υπόσχεση: «Αν φυλάξεις ακτημοσύνη, παρθενία και υπακοή, παραμένοντας άχρι τέλους στη μονή, θα σε προσκυνήσουν αρχιερείς, οι πατριάρχες θα σε ευλαβούνται, πλούτος πολύς θα περάσει από μπροστά σου, αλλά δεν θα τον αγγίξεις.»

Αυτή η πρώτη συνομιλία με τον όσιο Δαβίδ έμοιαζε με ακολουθία κουράς, όπου ο Γέροντας εισάγει τον υποτακτικό στον μυστικό κήπο της βασιλείας του Θεού. Ο όσιος Δαβίδ θα είναι πλέον ο Γέροντας του πατρός Ιακώβου, όπως άλλοτε η μάνα του Θεοδώρα. Εξάλλου έτσι ήταν και είναι γνωστός ο όσιος σ’ όλη την Εύβοια: Ο Γέροντας. Και το μοναστήρι του, η μονή του Οσίου Δαβίδ του Γέροντος.

Η μονή είναι κτισμένη τον 16ο αιώνα, ένα αιώνα καρποφόρο για την Εκκλησία, παρόλα τα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ο αιώνας αυτός προσέφερε πολλούς αγίους, τον άγιο Γεράσιμο, τον όσιο Διονύσιο τον εν Ολύμπω, τον άγιο Τιμόθεο, κτήτορα της μονής Πεντέλης, την οσιομάρτυρα Φιλοθέη την Αθηναία, τον όσιο Δαβίδ και άλλους, οι οποίοι έκτισαν μοναστήρια, απ’ όπου αντλούσε ο λαός του Θεού πίστη και ελπίδα.

Ο Γέροντας Ιάκωβος στο μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ

Το 1952, έτος, που ο π. Ιάκωβος εισήλθε στη μονή του Οσίου Δαβίδ του Γέροντος, το μοναστήρι ήτο ένα ετοιμόρροπο κτίριο, που επιζητούσε τον ανακαινιστή του. Έμεναν τότε στη μονή δύο τρεις αμόναχοι μοναχοί, ιδιορρυθμίτες, που δεν είδαν με καλό μάτι τον νέο μικρασιάτη καλόγερο. Του έδωσαν ένα ανώγειο κελί με τρύπιο πάτωμα, όπου στο ισόγειό του έβαζαν τα γίδια της μονής. Σ’ αυτό το περιβάλλον έζησε την αρχή της καλογερικής του ζωής, μόνος με το Μόνο Θεό, προσευχόμενος νυχθημερόν, ως επίγειος άγγελος, προσφέροντας τη λογική λατρεία, έχοντας τα άλογα ζώα στο ισόγειο. Τις καθημερινές Ακολουθίες στο καθολικό της μονής τις κάνει με τον ευλαβή και απλοϊκό μοναχό π. Ευθύμιο.

Στα νότια της μονής και σε απόσταση είκοσι λεπτών οδοιπορικώς, πλάι σε χαράδρα, μέσα σε βράχο, βρίσκεται ένα μικρό σπήλαιο, γνωστό ως ασκητήριο του Οσίου Δαβίδ. Σ’ αυτό ο όσιος Δαβίδ παρέμενε όλη τη βδομάδα, και το Σάββατο ανέβαινε στη μονή να λειτουργηθεί και να δώσει τις σοφές συμβουλές του. Αυτό το ασκητήριο στην τωρινή εποχή μας, όπου εψυχράνθη ο ζήλος των πολλών, δεχόταν τα βράδια ένα νεαρό επισκέπτη, ένα νέο ευχέτη, να δέεται υπέρ της σωτηρίας του σύμπαντος κόσμου. Ως γνήσιος υποτακτικός του Γέροντος οσίου Δαβίδ, ακολουθεί το παράδειγμά του, νηστεύων, αγρυπνών, προσευχόμενος «εν σπηλαίοις και όρεσι και ταις οπαίς της γης».

Ο Γέροντας προσεύχεται στο ασκητήριο του Οσίου Δαβίδ

Όπως τότε ο μικρός Ιάκωβος πήγαινε κρυφά από τους δικούς του στο ταπεινό ξωκκλήσι της Αγίας Παρασκευής, έτσι και τώρα μυστικά, όταν οι λίγοι της μονής κοιμόντουσαν, αυτός επήγαινε στο αγιασμένο ασκητήριο του Οσίου Δαβίδ για τη νυχτερινή του προσευχή.

Έλεγε ο Γέροντας: «Τότε, παιδί μου, δεν υπήρχε δρόμος, ένα στενό μονοπάτι ήτο, και εμείς, μακριά από τον κόσμο, δεν είχαμε τον τρόπο μας να κινηθούμε τη νύχτα. Ούτε ένα φανάρι δεν είχαμε. Τόσο πόθο όμως είχα να πηγαίνω τα βράδια στο ασκητήριο του αγίου μας, και ας είμαι εκ φύσεως δειλός, που τολμούσα να πάω. Καθ’ οδόν όμως, αφού δεν έβλεπα, έπεφτα μέσα σε αυλάκια και χαράδρες και έτσι ήτο αδύνατο να φτάσω. Τότε παρακάλεσα: ‘‘Θεέ μου, φώτισέ μου τον δρόμο να φτάσω στο ασκητήριο.’’ Και ο καλός Θεός άκουσε το αίτημά μου. Από τα πολλά άστρα του ουρανού, μου έδωσε κι εμένα ένα. Αυτό πήγαινε μπροστά και μού ᾽φεγγε τον δρόμο. Εγώ, από πίσω του. Έτσι έφτανα στο ασκητήριο. Εκεί, ‘‘ελθών ο αστήρ, έστη επάνω του σπηλαίο’’· έκανα την προσευχή μου και μετά πάλιν μπροστά ο αστέρας μου φέγγει μέχρι την πόρτα της μονής. Οι πατέρες εκάθευδον και τίποτα δεν καταλάβαιναν από όλα αυτά.»

Ένα βράδυ εκεί στο ασκητήριο οι δαίμονες, στην προσπάθειά τους να εκφοβίσουν τον Γέροντα, για να εμποδίσουν τις πυρφόρες αναβάσεις του στον ουρανό, μετασχηματίσθηκαν σε ένα σμήνος από σκορπιούς. Τον περικύκλωσαν από όλες τις πλευρές, ακόμη κι από την οροφή του σπηλαίου κρεμόντουσαν, σαν τσαμπιά από σταφύλι. Ο Γέροντας, επικαλούμενος τις πρεσβείες του οσίου Δαβίδ και πιστεύοντας ακράδαντα στην αψευδή δωρεά του Κυρίου στους μαθητές του, που τους έδωσε την εξουσία «του πατείν επάνω όφεων και σκορπίων», διέλυσε τις μηχανές και φαντασίες του νοερού εχθρού.

Αυτά είναι μερικά περιστατικά, ενδεικτικά των ασκητικών αγώνων του Γέροντα, που τον αναδεικνύουν εφάμιλλο συνεχιστή των παλαιών οσίων του Γεροντικού και της ερήμου.

Τα χρόνια περνούσαν, οι παλαιοί πατέρες της μονής απήρχοντο εκ του κόσμου τούτου, και δύο νέοι μοναχοί έρχονται βοηθοί του Γέροντος στην αναστήλωση της μονής, αναστήλωση πνευματική και κτιριακή. Το 1962 ήρθε στη μονή ο π. Κύριλλος και αργότερα, μετά τον θάνατο της συζύγου του, ο π. Σεραφείμ. Το 1975 ο Γέροντας χειροθετεῖται ηγούμενος και πνευματικός. Η πνευματική πατρότης στο πρόσωπο του π. Ιακώβου δεν ήτο ψιλός τίτλος, αλλά χάρισμα του Αγίου Πνεύματος, που το γευόταν κάθε πονεμένη ψυχή, όταν τον πλησίαζε, και ξεδιψούσε τη δίψα της. Η μονή επί των ημερών του διπλασιάζεται κτιριακά με ξενώνες, τραπεζαρία για τους προσκυνητές, καμπαναριό κλπ., ενώ ταυτόχρονα ο ναός ευπρεπίστηκε έτσι, που να ξαναβρεί η μονή το αρχέγονο κάλλος της.

Το μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ

Η φήμη της μονής, για τα θαύματα του οσίου Δαβίδ, τον αγιασμένο ηγούμενό της, και την αβραμιαία φιλοξενία των πατέρων της ξεπερνά τα όρια της Εύβοιας. Γίνεται πανελλήνιο προσκύνημα, πανορθόδοξη αναφορά του αιώνα μας. Από όλα τα μέρη της Ελλάδας φτάνουν προσκυνητές, για να αποθέσουν στο πετραχήλι του Γέροντα τον πόνο και τις αμαρτίες τους. Πολλές φορές έκπληκτοι ακούαμε από τον διορατικό Γέροντα την αμαρτία ή το πρόβλημά μας, πριν ακόμα το εκφράσουμε. Ο προσεκτικός προσκυνητής θα έπρεπε να αντιληφθεί, ότι οι διάφορες διηγήσεις του Γέροντα – ιστορίες της μάνας του από τη Μικρά Ασία και της κατοπινής μοναχικής του ζωής – τον αφορούσαν προσωπικά. Ο Γέροντας, ως γνήσιος ανατολίτης, που ήτο, μιλούσε και φώτιζε τις πικραμένες ψυχές με ιστορίες και παραβολές, για να ακούγονται γλυκύτερα οι ιαματικές του συμβουλές. Στην τράπεζα, στην κουζίνα, στη μεγάλη αυλή της μονής, παντού και πάντοτε είχε κάτι να διηγηθεί από τη ζωή του. Και αυτό το κάτι συχνά αφορούσε τη δική μας ζωή. Όλα αυτά τα διηγιόταν με ιδιαίτερη χάρη, αφού τον χαρίτωνε το Άγιο Πνεύμα, με απαράμιλλη παραστατικότητα, με τις ανάλογες κινήσεις και φωνές, που απαιτούσε η κάθε διήγηση. Είχε μιμητική ικανότητα, που τον καθιστούσε χάρμα ακοής και οφθαλμών.

Ο φιλακόλουθος Γέροντας Ιάκωβος

Αυτός ήτο ο Γέρο-Ιάκωβος πριν την Ακολουθία, απλούς και χαριέστατος. Μέσα στον ναό, στη λατρεία, γινόταν άλλος άνθρωπος. Επίγειος άγγελος, «συλλειτουργών», όπως ο ίδιος έλεγε, «με Χερουβίμ και Σεραφίμ». Χωρίς να είναι ιδιαίτερα ψηλός, έδινε την αίσθηση ενός μεγαλοπρεπούς άρχοντα, που με ύφος υψηλού κηρύγματος κατά την ανάγνωση του εξάψαλμου και ευαγγελίου αναγγέλλει την παρουσία του Κυρίου στην κάθε Λειτουργία. Ήταν, όπως λέμε, μεγαλοπρεπής εν απλότητι.

Κατά τη διάρκεια των Ακολουθιών του συνέβαιναν πολλά πνευματικά γεγονότα, τα οποία μετά μας διηγείτο. Όταν εμνημόνευε στην προσκομιδή, έβλεπε πολλές φορές τις ψυχές των παλαιών πατέρων της μονής να ζητούν τις προσευχές του. Πόση θλίψη είχε, όταν μας περιέγραψε αργότερα τη μετά θάνατο κατάσταση μερικών εξ αυτών.
Όταν εκάλυπταν τα Τίμια Δώρα ευλαβείς ιερείς την ώρα, που έθεταν τον αστερίσκο επάνω του αμνού, έβλεπε ένα φωτοειδή αστέρα επάνω από το κεφάλι του ιερουργούντος ιερέως. Κατά τη διάρκεια της Λειτουργίας την περισσότερη ώρα, όταν το επέτρεπε η στιγμή, ήτο γονυπετής.

Εντύπωση προκαλούσε η άμεση σχέση, που είχε με τον όσιο Δαβίδ. Όταν κάποτε οι κάτοικοι του χωριού Λιβανάτες ήρθαν, για να πάρουν την κάρα του οσίου στο χωριό τους με σκοπό να κάνουν παράκληση για να βρέξει εκείνη την άνυδρη χρονιά, ο Γέροντας πήγε μπροστά στην εικόνα του οσίου και του μίλησε, μάλλον τον διέταξε μετά παρρησίας: «Γέρο, ήρθαν οι χωριανοί σου να σε πάνε στους Λιβανάτες για την ανομβρία. Σε παρακαλώ τώρα, που θα πάμε, να μπουμπουνίσεις. Πρόσεξε, μη με προσβάλεις!» Και ο όσιος Δαβίδ τον άκουσε αμέσως. Μετά την παράκληση, άρχισαν δυνατές βροχές. Αυτή την άμεση σχέση, που είχε με τον όσιο Δαβίδ, την περιέγραφε σανμία τηλεφωνική κλήση: «Εγώ, παιδί, τα λέγω στο αυτί του αγίου, και αυτός ανοίγει γραμμή με τον Χριστό μας!»

Ο όσιος Δαβίδ εξεπλήρωσε στο ακέραιο τις υποσχέσεις, που έδωκε στον Γέροντα, όταν πρωτοεισερχόταν στη μονή. Πατριάρχες και αρχιερείς εξομολογήθηκαν κοντά του και ζητούσαν τις αποτελεσματικές ευχές του. Ο μακαριστός οικουμενικός πατριάρχης Δημήτριος του έστειλε επιστολές και ο νυν πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος τον επισκέφθηκε. Ο Αλεξανδρείας Νικόλαος επίσης. Οι ένδοξοι της γης μπροστά του εταπεινώθησαν, όπως ο πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδας Ανδρέας Παπανδρέου, όταν συναντήθηκαν σε νοσοκομείο των Αθηνών. Ο ταπεινός Ιακωβάκος, που δεν πήγε γυμνάσιο, για να βοηθά τον φτωχό πατέρα του στα κτίσματα, έγινε διαχειριστής πολλών εκατομμυρίων δραχμών. Κατά το προφητικό λόγιο του οσίου Δαβίδ, δεν τα άγγιξε τα χρήματα. Τα πήρε, για να τα σκορπίσει, ως άλλος Ιωάννης Ελεήμων, σε φτωχούς και άπορους. Αυτό όμως, που πλούσια έδωσε σ’ εμάς τους φτωχούς τότε φοιτητές, είναι η ζωντανή πίστη ότι –όπως τακτικά ο ίδιος ομολογούσε– «ζει Κύριος ο Θεός μου», ποιών στις δύσκολες μέρες μας στο πρόσωπο του αγιασμένου θεράποντα Του ένδοξά τε και εξαίσια.

Ήταν τέτοιας θέρμης η ζέση της πίστεώς του, που το Πάσχα πήγαινε στο κοιμητήριο της μονής και έλεγε, «Χριστός Ανέστη» στους κεκοιμημένους πατέρες, τα δε Χριστούγεννα η ευαίσθητη καρδία του συνέχιζε τον εορτασμό και την πανήγυρη της ημέρας μέσα στο γειτονικό δάσος. Εκεί όλως τυχαία και ξαφνικά ακούσαμε φωνή να ψάλλει: «Χριστός γεννάται δοξάσατε, Χριστός εξ ουρανών απαντήσατε… Άσατε τω Κυρίω πάσα η γη…». Ήταν η φωνή του Γέροντα, που έψαλλε με τα χέρια αναπεπταμένα στον εορτάζοντα ουρανό ανάμεσα στα γέρικα πλατάνια, ενώ σμήνος πουλιών συνεόρταζε τριγύρω του.

Αυτές τις καταβασίες έψαλλε την ημέρα των Εισοδίων της Παναγίας κατά το παρελθόν έτος 1991. Μετά εξομολόγησε τον αδελφό Γεννάδιο και τον παρεκάλεσε να μείνει, γιατί «το απόγευμα θα χρειαστεί», όπως είπε, «να τον αλλάξει». Πράγματι το απόγευμα εκοιμήθη, για να κάνει μαζί με τα Εισόδια της Θεοτόκου τη δική του είσοδο στον εορτάζοντα ουρανό.

Ο Γέροντας Πορφύριος, που ετοίμαζε εκείνες τις μέρες τη δική του έξοδο από αυτό τον κόσμο, είπε: «Εκοιμήθη ο Γέρο-Ιάκωβος, ένας από τους μεγαλύτερους αγίους του αιώνα μας. Είχε μέγα διορατικό και προορατικό χάρισμα, το οποίο έκρυβε επιμελώς, για να μη δοξάζεται.»

Κύριε Παντοκράτορ, ο Θεός των πατέρων ημών Ιακώβου και Πορφυρίου, «γένου ίλεως επί ταις αμαρτίας ημών, και ελέησον ημάς».

* Το παρόν κείμενο του Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου, πνευματικού τέκνου του οσιακής μνήμης Γέροντος Ιακώβου, δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό «Ὀρθόδοξη Μαρτυρία» του Συλλόγου «Φίλοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους» της Κύπρου. Το κείμενο συνέγραψε ο Μητροπολίτης Μόρφου, όταν ήταν ακόμη διάκονος στην ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου του Κοντού, στη Λάρνακα. Αποτελεί στην ουσία το πρώτο δημοσιευμένο κείμενο, που αναφέρεται στον βίο του Γέροντος Ιακώβου. Το κείμενο γράφτηκε τό 1992, λίγους μήνες μετά την κοίμηση του Γέροντος Ιακώβου.



Πηγή: vimaorthodoxias.gr

Η οσία Θεοδώρα Αλεξανδρείας

11 Σεπτεμβρίου
(Η Θεοδώρα ήταν μία ευλαβής έγγαμη χριστιανή τής Αλεξάνδρειας. Κάποιος πλούσιος την ερωτεύτηκε λόγω της ομορφιάς της και κατάφερε να την παρασύρει. Μετά το αμάρτημα της μοιχείας η Θεοδώρα, για να εξιλεωθεί, έκανε όσα ιστορούνται στη συνέχεια.)
Η ευλογημένη Θεοδώρα αποφάσισε να απαρνηθεί τον κόσμο και τα πράγματα του κόσμου και με πολύ σοφή επινόηση να χτυπήσει τον διάβολο που τη γέλασε. Ντύθηκε λοιπόν αντρικά, για να μην τη βρει ο άντρας της, όταν θα τη ζητούσε με επιμονή, και πήγε σε ένα αντρικό κοινόβιο που ήταν δεκαοκτώ μίλια μακριά από την Αλεξάνδρεια. Φτάνοντας έξω από την πύλη, παρακαλούσε να τη δεχτούν και να τη συναριθμήσουν με τους μοναχούς. Εκείνοι, νομίζοντας ότι είναι άντρας και όχι γυναίκα, της είπαν ότι πρώτα πρέπει να μείνει στο ύπαιθρο όλη τη νύχτα και να αποδείξει έτσι στους αδελφούς την καρτερικότητά της. Αυτή όχι μόνο το δέχτηκε ευχαρίστως, αν και ήξερε ότι τη νύχτα βγαίνουν πολλά θηρία, επειδή ο τόπος είναι έρημος και τελείως άγριος, αλλά και το πραγματοποίησε, μένοντας έτσι όλη τη νύχτα μπροστά στην πύλη. Γι’ αυτό και ο Θεός, που για χάρη του Δανιήλ είχε ημερώσει παλιά την αγριότητα των λιονταριών (Δαν. 6:18), φύλαξε και τώρα από τα θηρία την οσία, επειδή ήξερε από πριν σε ποιο ύψος αρετής θα ανεβεί. Όταν το διαπίστωσαν αυτό οι μοναχοί, έκριναν ότι είναι θέλημα Θεού να μείνει μαζί τους.

Τη δέχτηκαν λοιπόν με χαρά, και ο ηγούμενος της μονής την πήρε ιδιαιτέρως και τη ρωτούσε με επιμονή ποιος είναι και για ποια ακριβώς αιτία ήρθε στη μοναχική ζωή. «Μήπως», είπε, «σε βαραίνουν δανεικά και χρέη, ή έκανες φονικό, ή δεν μπορείς να ζήσεις τα παιδιά σου, και γι’ αυτό αποφάσισες να αφήσεις τον κόσμο;» «Για τίποτε από αυτά, πάτερ», απάντησε η Θεοδώρα, «αλλά μόνο για να απαλλαγώ από τους θορύβους του κόσμου και να κλάψω τις αμαρτίες μου». «Πώς λέγεσαι;» ρώτησε ο ηγούμενος. Και η γενναία είπε: «Θεόδωρος είναι το όνομά μου».

Εκείνος συνέχισε: «Και μη νομίζεις, αδελφέ Θεόδωρε, ότι εδώ θα ζήσεις χωρίς κόπους· αλλά αν θέλεις να σηκώσεις τον ζυγό της υπακοής, να ξέρεις ότι θα υπηρετήσεις σε όλες τις ανάγκες των αδελφών, όχι μόνο μέσα στη μονή –στην καλλιέργεια, ας πούμε, των φυτών και των λαχανικών, στο κουβάλημα του νερού και στο τακτικό πότισμα– αλλά και έξω από αυτήν θα υπηρετείς, και όταν χρειαστεί να πας στην πόλη, δεν θα αρνηθείς. Αυτά όμως δεν θα είναι για εσένα δικαιολογία να παραμελείς τους ασκητικούς κόπους, αλλά και τότε θα πρέπει περισσότερο να επιμένεις χωρίς παράλειψη στη νηστεία και την προσευχή, να ψάλλεις, όπως συνηθίζεται, και να κάνεις καθημερινά την εσπερινή και την πρωινή δοξολογία, και επίσης να μην αφήνεις ούτε μία από τις λεγόμενες Ώρες. Ακόμη να κοπιάζεις με γονυκλισίες και έτσι να καταπονείς το σώμα, ώστε να αντιμετωπίζεις τις επιθέσεις των δαιμόνων που μας πολεμούν μέσω αυτού».
Αυτά λοιπόν η ευλογημένη τα έβαλε καλά στα αυτιά της και, θεωρώντας τα σαν εντρύφημα της ψυχής, υποσχέθηκε ότι θα τα κάνει με πολλή προθυμία· έτσι συναριθμήθηκε με την καλή εκείνη μοναχική αδελφότητα. Επειδή λοιπόν οι υποσχέσεις της προς τον Θεό έμελλε να μη διαψευστούν, απαρνήθηκε όλα τα σαρκικά της θελήματα και αμέσως δόθηκε στους κόπους, αποφεύγοντας κάθε απροθυμία και δικαιολογία στην υπηρεσία της. Για οκτώ χρόνια εργαζόταν καθημερινά με καρτερικότητα στο πότισμα των φυτών και των λαχανικών, με τα οποία τρεφόταν η μονή, και δεν παρέλειπε να αλέθει το σιτάρι, να ζυμώνει το αλεύρι και να το κάνει ψωμιά, και να μαγειρεύει τα χόρτα με τα οποία τρέφονταν οι μοναχοί, καθώς φρόντιζαν να νεκρώσουν το σώμα. Ούτε όμως έλειψε ποτέ από τη σύναξη που γινόταν στην εκκλησία, αλλά και σε αυτήν πιο πολύ φανέρωνε την αγάπη της για τον Θεό.
Επίσης τις περισσότερες φορές αυτή έκανε την αγορά και του λαδιού και του σιταριού και των άλλων αναγκαίων της μονής και τη μεταφορά τους με καμήλες. Και, με έναν λόγο, δεν υπήρχε υπηρεσία κουραστική, στην οποία η Θεοδώρα δεν φαινόταν πιο πρόθυμη από τους άλλους.

Ωστόσο, αν και ήταν τέτοια η διαγωγή της και ζούσε με τόσους κόπους, η θύμηση του παλιού της σφάλματος δεν την άφηνε καθόλου να ηρεμεί, αλλά τη νύχτα, μετά τις ολοήμερες εργασίες, όταν έπρεπε να κοιμηθεί και να ξεκουραστεί λίγο, αυτή, χτυπώντας το στήθος της και παρακινώντας την ψυχή της να κλάψει, έλεγε: «Συγχώρησέ μου την αμαρτία, Κύριε, που κατέστρεψε την ομορφιά της σωφροσύνης μου».





Πηγή: koinoniaorthodoxias.org

Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2018

Ευαγγέλιο της ημέρας (6 - 9 - 2018)

06 Σεπτεμβρίου
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ. Ἀρχαγγέλου. 8 Νοεμ. (Λκ. ι΄ 16-21).   

 ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ι´ 16 - 2116

Ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ· ὁ δὲ ἐμὲ ἀθετῶν ἀθετεῖ τὸν ἀποστείλαντά με. 17 Ὑπέστρεψαν δὲ οἱ ἑβδομήκοντα μετὰ χαρᾶς λέγοντες· Κύριε, καὶ τὰ δαιμόνια ὑποτάσσεται ἡμῖν ἐν τῷ ὀνόματί σου. 18 Εἶπε δὲ αὐτοῖς· Ἐθεώρουν τὸν σατανᾶν ὡς ἀστραπὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα. 19 ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ. 20πλὴν ἐν τούτῳ μὴ χαίρετε, ὅτι τὰ πνεύματα ὑμῖν ὑποτάσσεται· χαίρετε δὲ ὅτι τὰ ὀνόματα ὑμῶν ἐγράφη ἐν τοῖς οὐρανοῖς. 21 Ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἠγαλλιάσατο τῷ πνεύματι ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν· Ἐξομολογοῦμαί σοι, πάτερ, κύριε τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ὅτι ἀπέκρυψας ταῦτα ἀπὸ σοφῶν καὶ συνετῶν, καὶ ἀπεκάλυψας αὐτὰ νηπίοις· ναί, ὁ πατήρ, ὅτι οὕτως ἐγένετο εὐδοκία ἔμπροσθέν σου.

Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα

Εκείνος που υπακούει εις σας, υπακούει εις εμέ και εκείνος που παρακούει σας, παρακούει εμέ· εκείνος δε που παρακούει εμέ, παρακούει τον Θεόν, που με έστειλε σωτήρα στον κόσμον”. 17 Εγύρισαν από την περιοδείαν των οι εβδομήκοντα με χαράν μεγάλην και έλεγαν· “Κυριε, και τα δαιμόνια υποτάσσονται εις ημάς, μόλις επικαλεσθούμε το όνομά σου”. 18 Είπε δε εις αυτούς· “από τότε που ήρχισα το έργον μου έβλαπα τον σατανάν να απογυμνώνεται από την τυραννικήν του εξουσίαν και να κρυμνίζεται συντετριμμένος με ταχύτητα αστραπής από τα ύψη της κυριαρχίας του. 19 Ιδού εγώ τώρα σας δίδω την εξουσίαν να πατήτε επάνω εις φίδια και σκορπιούς, να ποδοπατήτε και να εξουθενώνετε όλην την δύναμιν του εχθρού, δηλαδή του διαβόλου, και τίποτε από όσα αυτός ενάντιον σας πανουργεύεται και εφευρίσκει δεν θα σας αδικήση η βλάψη. 20 Πλην, μη χαίρετε στούτο μόνον, στο ότι δηλαδή και τα πονηρά πνεύματα υποτάσσονται εις σας, κυρίως πρέπει να χαίρετε και να ευφραίνεσθε, διότι τα ονόματα σας έχουν γραφή στους ουρανούς, εις την βασιλείαν του Θεού”. 21 Αυτήν δε την ώραν ησθάνθη ο Ιησούς βαθυτάτην και ζωηροτάτην χαράν εις την ψυχήν και την καρδίαν του και είπε· “Σε ευχαριστώ και σε δοξολογώ, Πατερ, Κυριε του ουρανού και της γης, διότι με δικαιοσύνην και αγαθότητα ενεργών, έκρυψες τας υψηλάς αυτάς αληθείας της πίστεως από εκείνους που θεωρούνται σοφοί και συνετοί, και εφανέρωσες αυτάς εις απλοϊκούς και αφελείς ανθρώπους τους μαθητάς μου, που φαίνονται σαν νήπια εμπρός στους σοφούς του κόσμου. Ναι Πατερ, διότι αυτή ήτο η αγαθή και δικαίας θέλησίς σου”.


Πηγή: newsnowgr.com

Αποστολικό Ανάγνωσμα της ημέρας (6 - 9 - 2018)

06 Σεπτεμβρίου
ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ – Ἀρχαγγέλου. 8 Νοεμ. (Ἑβρ. β΄ 2-10).

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Β´ 2 - 10

2 εἰ γὰρ ὁ δι’ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος, καὶ πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν, 3 πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας; ἥτις ἀρχὴν λαβοῦσα λαλεῖσθαι διὰ τοῦ Κυρίου, ὑπὸ τῶν ἀκουσάντων εἰς ἡμᾶς ἐβεβαιώθη,

4 συνεπιμαρτυροῦντος τοῦ Θεοῦ σημείοις τε καὶ τέρασι καὶ ποικίλαις δυνάμεσι καὶ Πνεύματος ἁγίου μερισμοῖς κατὰ τὴν αὐτοῦ θέλησιν. 5 Οὐ γὰρ ἀγγέλοις ὑπέταξε τὴν οἰκουμένην τὴν μέλλουσαν, περὶ ἧς λαλοῦμεν, 6 διεμαρτύρατο δὲ πού τις λέγων· τί ἐστιν ἄνθρωπος ὅτι μιμνήσκῃ

αὐτοῦ, ἢ υἱὸς ἀνθρώπου ὅτι ἐπισκέπτῃ αὐτόν; 7 ἠλάττωσας αὐτὸν βραχύ τι παρ’ ἀγγέλους, δόξῃ καὶ τιμῇ ἐστεφάνωσας αὐτόν, 8 πάντα ὑπέταξας ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτοῦ· ἐν γὰρ τῷ ὑποτάξαι αὐτῷ τὰ πάντα οὐδὲν ἀφῆκεν αὐτῷ ἀνυπότακτον. νῦν δὲ οὔπω ὁρῶμεν αὐτῷ πάντα ὑποτεταγμένα· 9 τὸν δὲ βραχύ τι παρ’ ἀγγέλους ἠλαττωμένον βλέπομεν Ἰησοῦν διὰ τὸ πάθημα τοῦ θανάτου δόξῃ καὶ τιμῇ ἐστεφανωμένον, ὅπως χάριτι Θεοῦ ὑπὲρ παντὸς γεύσηται θανάτου. 10 ἔπρεπε γὰρ αὐτῷ, δι’ ὃν τὰ πάντα καὶ δι’ οὗ τὰ πάντα, πολλοὺς υἱοὺς εἰς δόξαν ἀγαγόντα, τὸν ἀρχηγὸν τῆς σωτηρίας αὐτῶν διὰ παθημάτων τελειῶσαι.

Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα

Διότι εάν ο παλαιός νόμος, που ελέχθη στον Μωϋσήν δια μέσου των αγγέλων, απεδείχθη έγκυρος και ισχυρός και κάθε παράβασις αυτού και παρακοή έλαβε σαν μισθόν της την δικαίαν τιμωρίαν, 3 πως ημείς θα διαφύγωμεν την τιμωρίαν, εάν παραμελήσωμεν μίαν τόσον μεγάλην και ανεκτίμητον σωτηρίαν; Η σωτηρία δε αυτή ήρχισε να διδάσκεται από αυτόν τούτον τον Κυριον, παρεδόθη δε εις ημάς ως κατά πάντα βεβαία και αξιόπιστος από εκείνους, που την ήκουσαν κατ' ευθείαν από το στόμα του Κυρίου, δηλαδή από τους Αποστόλους. 4 Επεβεβαίωνε δε το κήρυγμα των Αποστόλων και αυτός ο Θεός με θαύματα, με καταπληκτικά γεγονότα και με ποικίλας υπερφυσικάς δυνάμεις και με θεία χαρίσματα, τα οποία το Πνεύμα το Αγιον εμοίραζεν στους πιστούς κατά την θέλησιν του Θεού. 5 Η υπεροχή του Χριστού φαίνεται και εκ του γεγονότος, ότι ο Θεός δεν υπέταξεν στους αγγέλους τον μέλλοντα κόσμον, που θα εγκαθιδρύετο από τον Μεσσίαν και περί του οποίου κόσμου κάμνομεν τώρα λόγον, αλλά τον υπέταξεν στον Χριστόν. 6 Παραστατικά δε κάποιος εμαρτύρυσεν εις ένα χωρίον της Γραφής, λέγων· “τι αξίαν έχει ο άνθρωπος, ώστε να τον ενθυμήσαι η το τέκνον του ανθρώπου, ώστε να τον επισκέπτεσαι με την πατρικήν σου φροντίδα; 7 Τον έκαμες κατά τι κατώτερον από τους αγγέλους, με δόξαν και τιμήν ως βασιλέα της κτίσεως τον εστεφάνωσες. 8 Ολα υπέταξες κάτω από τους πόδας του”. Και εφ' όσον ο Θεός Πατήρ υπέταξε εις αυτόν τα πάντα, δεν αφήκε τίποτε, που να του μένη ανυπότακτον. Τωρα όμως δεν βλέπομεν ακόμη να είναι όλα απολύτως υποταγμένα στον ενανθρωπήσαντα Υιόν του Θεού. 9 Τον δε Ιησούν, ο οποίος επί μικρόν χρονικόν διάστημα έγινε κατώτερος από τους αγγέλους, (εφ' όσον έπαθε και απέθανεν επί του σταυρού) τον βλέπομεν, ότι ακριβώς λόγω του παθήματος του θανάτου, έχει στεφανωθή με δόξαν και τιμήν· έπαθε δε και εγεύθη το πικρόν ποτήριον του θανάτου δια την χάριν, που ηυδόκησε να κάμη ο Θεός υπέρ της σωτηρίας του κάθε ανθρώπου. 10 Διότι έπρεπεν στον Θεόν, τον δημιουργόν του παντός, προς τον οποίον αποβλέπουν τα πάντα και δια του οποίου κατευθύνονται και κυβερνώνται τα πάντα, να αναδείξη και αποδείξη τέλειον, δια μέσου των παθημάτων, τον αρχηγόν και αίτιον της σωτηρίας των, δηλαδή τον Χριστόν, εφ' όσον είχε την πανάγαθον απόφασιν πολλούς ανθρώπους να οδηγήση εις την δόξαν.


Πηγή: ekklisiaonline.gr

Ο Χριστός και ο εθνικισμός…

06 Σεπτεμβρίου
(ο Γέροντας Σωφρόνιος μιλά για τον Χριστό και τον εθνικισμό)

Αν όπως ομολογούμε στο Σύμβολο της πίστεως ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός, ο Σωτήρας του κόσμου, ο Δημιουργός του σύμπαντος πώς μπορούμε να συμβιβάσουμε αυτή τη θεωρία μας με την ιδέα της εθνικότητας, του τόπου, της εποχής …;

Δε γνωρίζω Χριστό Έλληνα, Ρώσο, Άγγλο, Άραβα … Ο Χριστός είναι για μένα το παν, το υπερκόσμιο Είναι.

Στην Γραφή αναφέρεται συχνά ότι ο Χριστός πέθανε για όλο τον κόσμο, για τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων. Μόλις περιορίσουμε το πρόσωπο του Χριστού μόλις το κατεβάσουμε στο επίπεδο των εθνοτήτων, χάνουμε το παν και βυθιζόμαστε στο σκοτάδι. Τότε ανοίγει ο δρόμος προς το μίσος ανάμεσα στα έθνη, προς την έχθρα μεταξύ των κοινωνικών ομάδων.

Όποιος αγαπά τον Χριστό αφομοιώνει και φέρει μέσα του τα αισθήματα που είχε ο Ιησούς Χριστός, ζει την ανθρωπότητα ως ένα Αδάμ, προσεύχεται για τον «Αδάμ παγγενή». Ιδού ο αληθινός Χριστιανισμός.

Ο Χριστός είναι ο άπειρος Θεός. Δε σταυρώθηκε μόνο για τους πιστούς, αλλά για όλους τους ανθρώπους, από τον Αδάμ ως τον τελευταίο που θα γεννηθεί από γυναίκα. Να ακολουθεί κάποιος τον Χριστό, σημαίνει να πάσχει, για να θεραπευθεί και να σωθεί ολόκληρη η ανθρωπότητα. Δεν μπορεί να είναι διαφορετικά.



Πηγή: Αρχιμ. Σωφρονίου, Περί Πνεύματος και Ζωής, Έσσεξ Αγγλίας 1995,


Πηγή: antexoume 

Θαύμα της Αγίας Ζώνης: Οι πιθανότητες επιβίωσης ήταν λίγες…

06 Σεπτεμβρίου
Ονομάζομαι Νικουλίνα Γλοδαρένκο. Κατοικώ στην Κωνστάντσα Ρουμανίας, στην οδό Mircea cel Batran, αριθμ. 152Α, και είμαι αρχιλογιστής στο νοσοκομείο.

Σας γράφω για ένα τρομερό γεγονός, πού, με την βοήθεια του Θεού, είχε μια πολύ ευτυχή λύση.

Στις 5 Ιανουαρίου 1999 ο σύζυγός μου Βίκτωρ Γλοδαρέγκο έπαθε εγκεφαλικό επεισόδιο. Τον πήρανε στο νευροχειρουργικό τμήμα. Μετά από λίγες μέρες έπαθε νεφρική ανεπάρκεια και τον μετέφεραν στην εντατική μονάδα.

Οι αναλύσεις έδειχναν ότι ήταν μία πολύ σοβαρή κατάσταση. Αν και οι γιατροί χρησιμοποίησαν όλες τις πιθανές μεθόδους για να τον κρατούν ζωντανό, οι πιθανότητες επιβίωσης ήταν λίγες. Τα δευτερόλεπτα ήταν μετρημένα.

Σε αυτές τις στιγμές της απογνώσεως ήρθε ένας κύριος που τον είχα γνωρίσει στη δουλειά, ο οποίος τρέμοντας από συγκίνηση και με δάκρυα μου έδωσε μερικά φυλαχτά: μία εικονίτσα της Παναγίας, μία κορδέλα της Αγίας Ζώνης, ένα κλαδί ελιάς και λίγο λαδάκι, τα οποία έφερε από το Άγιον Όρος και με παρακάλεσε να τα βάλω κάτω από το μαξιλάρι του συζύγου μου. Τα έβαλα, και ως εκ θαύματος ο άνδρας μου άρχισε να συνέρχεται.

Αν και ιατροί υψηλής επαγγελματικής στάθμης περιποιήθηκαν το σύζυγό μου και έδωσαν τα καλύτερα φάρμακα, δεν μπορούσαν να εξηγήσουν πως συνήλθε, όταν δεν του έδιναν πιθανότητες επιβίωσης.

Σταδιακά οι αναλύσεις μπήκαν στα φυσιολογικά όρια και, κάνοντας ξανά τομογραφία στον εγκέφαλο, διαπιστώθηκε ότι ο θρόμβος είχε εξαφανιστεί εντελώς!

Είναι γεγονός ότι γενικά οι ασθενείς που παθαίνουν εγκεφαλικό, εάν επιβιώσουν, στην πιο ευτυχισμένη περίπτωση μένουν με αναπηρία. Σε λιγότερο από 30 μέρες μετά το εγκεφαλικό, ο σύζυγός μου έφυγε από την εντατική μονάδα με τα πόδια, χωρίς κανένα πρόβλημα, πράγμα που μέχρι σήμερα δεν ξανάγινε στο νοσοκομείο μας.

Αυτό το γεγονός άλλαξε όλη την κοσμοαντίληψή μου και στήριξε την πίστη μου στον Θεό. Δεν μπορώ να εξηγήσω, πως αυτός ο κύριος ήρθε σε μένα και μου έδωσε αυτά τα «μαργαριτάρια» ακριβώς εκείνη τη στιγμή, που οι γιατροί δεν μας έδιναν πλέον καμία ελπίδα ζωής.

Είμαι σίγουρη ότι μόνο η δύναμη του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος τον προέτρεψε να έρθει σε μένα εκείνες τις φοβερές στιγμές.

Δεν μπορώ να βρω λόγια δοξολογίας και ευχαριστίας για τον Θεό που τα οικονόμησε όλα για να βγάλει την οικογένειά μου από αυτή την δυστυχία. Ο σύζυγός μου είναι ένας θαυμάσιος άνθρωπος που βοηθάει με δικά του χρήματα τους άπορους. Με την ιδιότητά του ως καθηγητής πανεπιστημίου, έχει βοηθήσει ανιδιοτελώς πολλούς φοιτητές και μαθητές.

Με πολύ σεβασμό και μετάνοια σας φιλώ το χέρι


Νικουλίνα Γλοδαρένκο


Πηγή: panagiaalexiotissa